- ἀναπατεῖ
- ἀναπατέωgo uppres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic)ἀναπατέωgo uppres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀναπάτει — ἀ̱ναπάτει , ἀναπατέω go up imperf ind act 3rd sg (attic epic doric aeolic) ἀναπατέω go up pres imperat act 2nd sg (attic epic) ἀναπατέω go up imperf ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εωρίζω — ἐωρίζω (Μ) [εώρα] 1. δ. γρφ. τού αἰωρίζω* 2. (κατά το λεξ. Σούδα) «μετεωρίζω» 3. μέσ. ἐωρίζομαι (κατά τον Ησύχ.) «ἐωρίζεται μετεωρίζεται, ἀναπατεῑ» … Dictionary of Greek